Ο Γενικός Γραμματέας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών Αντόνιο Γκουτέρες αξίωσε χθες Τρίτη το καθεστώς των Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν να ακυρώσει τις απαγορεύσεις να εργάζονται και να σπουδάζουν τις οποίες επέβαλε στις γυναίκες και στα κορίτσια, χαρακτηρίζοντάς τις «αδικαιολόγητες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων».
Πριν από τον κ. Γκουτέρες, ο Ύπατος Αρμοστής των Ηνωμένων Εθνών για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα Φόλκερ Τουρκ υπογράμμισε επίσης πως οι Ταλιμπάν είναι απαραίτητο να προχωρήσουν στην άρση αυτών των «αδιανόητων περιορισμών» και προειδοποίησε εναντίον των «φρικτών συνεπειών» τους για «όλο τον Aφγανικό λαό».
Τα 15 κράτη μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη εξέφρασαν εξάλλου τη «βαθιά ανησυχία» τους για τις αποφάσεις της de facto κυβέρνησης στην Καμπούλ να τερματίσει την πρόσβαση των γυναικών στα πανεπιστήμια και να τους απαγορεύσει να εργάζονται σε ΜΚΟ.
Οι περιορισμοί που επέβαλαν οι Ταλιμπάν στην παιδεία και στην εργασία των κοριτσιών και των γυναικών «είναι αδικαιολόγητες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και πρέπει να ανακληθούν», τόνισε ο κ. Γκουτέρες μέσω Twitter.
Ο Γενικός Γραμματέας πρόσθεσε πως «οι ενέργειες για τον αποκλεισμό και τη φίμωση των γυναικών και των κοριτσιών συνεχίζουν να προκαλούν τεράστια δεινά και μεγάλα πισωγυρίσματα για (…) τον αφγανικό λαό».
«Καμιά χώρα δεν μπορεί να αναπτυχθεί —να επιβιώσει καν— κοινωνικά και οικονομικά όταν ο μισός πληθυσμός της τίθεται υπό αποκλεισμό», υπογράμμιζε νωρίτερα ο κ. Τουρκ σε δελτίο Τύπου που δόθηκε στη δημοσιότητα από τις υπηρεσίες του στη Γενεύη.
Οι Ταλιμπάν, που ανέκτησαν την εξουσία στην Καμπούλ τον Αύγουστο του 2021 αλλά η de facto κυβέρνηση των οποίων δεν αναγνωρίζεται από καμιά χώρα στον κόσμο, απαγόρευσαν μέσα σε μερικές ημέρες στις γυναίκες και στα κορίτσια να συνεχίσουν τις σπουδές τους στα πανεπιστήμια και να εργάζονται σε μη κυβερνητικές οργανώσεις, εγχώριες και διεθνείς.
Πολλές ΜΚΟ εξαρτώνται απόλυτα από τις εργαζόμενές τους, δεν είναι σε θέση να λειτουργήσουν χωρίς αυτές.
Τη Δευτέρα, κάπου έξι οργανώσεις ανακοίνωσαν πως αναστέλλουν τις δραστηριότητές τους στη χώρα της νοτιοανατολικής Ασίας, καθώς οι Ταλιμπάν απειλούσαν να ακυρώσουν τις άδειες που τους έχουν δώσει αν δεν τηρούσαν την απαγόρευση.
«Η απαγόρευση θα επιδεινώσει σημαντικά, αν δεν καταστρέψει ολοσχερώς, τη δυνατότητα αυτών των ΜΚΟ να προσφέρουν απαραίτητες υπηρεσίες, από τις οποίες εξαρτώνται τόσοι ευάλωτοι Αφγανοί», προειδοποίησε ο Ύπατος Αρμοστής των Ηνωμένων Εθνών για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα. Ο μισός και πλέον πληθυσμός του Αφγανιστάν —περίπου 24 εκατ. άνθρωποι— εξαρτάται με τον έναν ή τον άλλον τρόπο από την ανθρωπιστική βοήθεια.
Ο Μάρτιν Γκρίφιθς, κορυφαίο στέλεχος των Ηνωμένων Εθνών αρμόδιο για ανθρωπιστικά ζητήματα, συνόψισε απευθυνόμενος στο ΣΑ πως το 97% των Αφγανών ζει στη φτώχεια, τα δύο τρίτα του πληθυσμού χρειάζονται βοήθεια για να επιβιώσουν απλά, 20 εκατομμύρια άνθρωποι στη χώρα πεινάνε και 1,1 εκατ. κορίτσια στην εφηβεία δεν μπορούν να πάνε σχολείο.
Το Συμβούλιο Ασφαλείας αξίωσε να ανοίξουν ξανά οι πόρτες των σχολείων και των πανεπιστημίων για τα κορίτσια και τις γυναίκες, ενώ προειδοποίησε πως η απαγόρευση στις γυναίκες να εργάζονται σε ΜΚΟ θα έχει «τεράστιο και άμεσο αντίκτυπο στις ανθρωπιστικές επιχειρήσεις στη χώρα, συμπεριλαμβανομένων αυτών του ΟΗΕ».
Παρά τις υποσχέσεις τους πως θα επεδείκνυαν περισσότερη μετριοπάθεια αυτή τη φορά, οι Ταλιμπάν έχουν πλέον επιστρέψει στην επιβολή της ακραίας ερμηνείας του ισλαμικού νόμου που σημάδεψε το πρώτο πέρασμά τους από την εξουσία (1996-2001).
Αφότου ανέκτησαν την εξουσία, τα μέτρα περιστολής των ελευθεριών πολλαπλασιάστηκαν, ιδίως σε βάρος των γυναικών, που προοδευτικά αποκλείστηκαν από τη δημόσια ζωή και την εκπαίδευση.
Πήγη:www.ertnews.gr